Támaszték στα ελληνικά

Μετάφραση: támaszték, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σχέση, έδρανο, στάση, υποστηρικτής, υποστηρικτή, υποστηρικτής της, οπαδός, οπαδών
Támaszték στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • burgonyaverem στα ελληνικά - συσφίγγω, σφίγγω, στοίβα, στοίβας, stack, σωρό, δεσμίδα
  • hullámzás στα ελληνικά - διακύμανση, κυματισμός, οδόντωσης, οδοντώσεων, κυματισμό, κυματισμού
  • lerakodóhely στα ελληνικά - ρίχνω, ξεφορτώνομαι, πετώ, τόπους, χώρους, θέσεις, μέρη, ...
  • okirat στα ελληνικά - δίσκος, ρεκόρ, ηχογραφώ, καταγράφω, έγγραφο, εγγράφου, εγγράφων, ...
Τυχαίες λέξεις
Támaszték στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σχέση, έδρανο, στάση, υποστηρικτής, υποστηρικτή, υποστηρικτής της, οπαδός, οπαδών