Térszín στα ελληνικά

Μετάφραση: térszín, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ανάγλυφος, ανακούφιση, αρωγή, εκτόνωση, ανακούφισης, ελάφρυνση, αρωγής, ανάγλυφο
Térszín στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • eljegyzés στα ελληνικά - συμπλοκή, σύμπλεξη, εμπλοκή, δέσμευση, εμπλοκής
  • elszigeteltség στα ελληνικά - απομόνωση, απομόνωσης, την απομόνωση, μεμονωμένα, η απομόνωση
  • falatozás στα ελληνικά - σνακ, μεζές, πρόχειρο φαγητό, κολατσιό, snack
  • farkaskölyök στα ελληνικά - προσκοπάκι
Τυχαίες λέξεις
Térszín στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ανάγλυφος, ανακούφιση, αρωγή, εκτόνωση, ανακούφισης, ελάφρυνση, αρωγής, ανάγλυφο