Tisztség στα ελληνικά
Μετάφραση: tisztség, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λειτουργώ, λειτουργία, δεξίωση, γραφείο, Office, γραφείου, γραφείων, τελωνείο
Μεταφράσεις
- együttható στα ελληνικά - συντελεστής, συντελεστή, συντελεστή που, συντελεστών, ο συντελεστής
- házivászon στα ελληνικά - πάταγος, πέφτω, κραχ, προσκρούω, σπιτικό, σπιτικά, σπιτικές, ...
- kezdetleges στα ελληνικά - πρωτόγονος, αρχέγονος, στοιχειώδης, στοιχειώδη, υποτυπώδη, στοιχειώδεις, υποτυπώδης
- lanyhulás στα ελληνικά - εκτόνωση, ξεκούραση, ύφεση, κατρακύλισμα, πτώση, κάμψη, καθίζησης
Τυχαίες λέξεις
Tisztség στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λειτουργώ, λειτουργία, δεξίωση, γραφείο, Office, γραφείου, γραφείων, τελωνείο
Μεταφράσεις: λειτουργώ, λειτουργία, δεξίωση, γραφείο, Office, γραφείου, γραφείων, τελωνείο