Toll στα ελληνικά
Μετάφραση: toll, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μάντρα, στυλό, πένα, συσκευή τύπου πένας, πένας, τύπου πένας
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- bárdolatlan στα ελληνικά - σκυθρωπός, κακότροπος, άξεστος, άξεστες, άξεστη, αγροίκα, άξεστο
- huncutkodó στα ελληνικά - διαβολικός, ψιλή, τις διαβολικός
- leszámítolás στα ελληνικά - έκπτωση, μείωση, σκόντο, προεξόφληση, εκπτώσεων, προεξόφλησης, εκπτώσεις, ...
- mérlegállás στα ελληνικά - αραβούργημα, Arabesque, αραμπέσκ, αραβουργήματα, αραβουργικών
Τυχαίες λέξεις
Toll στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μάντρα, στυλό, πένα, συσκευή τύπου πένας, πένας, τύπου πένας
Μεταφράσεις: μάντρα, στυλό, πένα, συσκευή τύπου πένας, πένας, τύπου πένας