Vízbemerülés στα ελληνικά

Μετάφραση: vízbemerülés, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καταδύομαι, πέφτω, βουτώ, βύθιση, εμβάπτιση, εμβάπτισης, βύθισης, εμβαπτίσεως
Vízbemerülés στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • egy στα ελληνικά - μία, ένα, ένας, μονόκλινο, μόνο, ενιαία, ενιαίο, ...
  • elcsökevényesedés στα ελληνικά - ατροφία
  • kandúr στα ελληνικά - tom, Τομ, Ο Tom, τον Tom, του Tom
  • költözési στα ελληνικά - μετακίνηση, απομάκρυνση, αφαίρεση, απομάκρυνσης, αφαίρεσης
Τυχαίες λέξεις
Vízbemerülés στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καταδύομαι, πέφτω, βουτώ, βύθιση, εμβάπτιση, εμβάπτισης, βύθισης, εμβαπτίσεως