Альвеолярний στα ελληνικά

Μετάφραση: альвеолярний, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κυψελιδικός, φατνιακό, κυψελιδικά, κυψελιδικού, φατνιακή, κυψελιδικό
Альвеолярний στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • альвеолярна στα ελληνικά - κυψελιδικός, φατνιακό, κυψελιδικά, κυψελιδικού, φατνιακή, κυψελιδικό
  • альвеолярне στα ελληνικά - κυψελιδικός, φατνιακό, κυψελιδικά, κυψελιδικού, φατνιακή, κυψελιδικό
  • альков στα ελληνικά - εσοχή, σηκός, κόγχη, σηκού, αλκόβα
  • альманах στα ελληνικά - καζαμίας, εορτολόγιο, ημερολόγιο, αλμανάκ, almanac, μηνολόγιον
Τυχαίες λέξεις
Альвеолярний στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κυψελιδικός, φατνιακό, κυψελιδικά, κυψελιδικού, φατνιακή, κυψελιδικό