Архаїчний στα ελληνικά

Μετάφραση: архаїчний, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
απαρχαιωμένος, αρχαίος, αρχαϊκός, αρχαϊκή, αρχαϊκό, αρχαϊκά, αρχαϊκής
Архаїчний στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • арфіст στα ελληνικά - αρπιστής, αρπιστή, αρπίστας, αρπίστα, αρπίστρια
  • архангел στα ελληνικά - αρχάγγελος, Αρχαγγέλου, αρχάγγελο, αρχάγγελου
  • археолог στα ελληνικά - αρχαιολογικός, αρχαιολόγος, αρχαιολόγο, αρχαιολόγου, ο αρχαιολόγος, τον αρχαιολόγο
  • археологічний στα ελληνικά - αρχαιολόγος, αρχαιολογικός, αρχαιολογικό, αρχαιολογικά, αρχαιολογικούς, αρχαιολογικών
Τυχαίες λέξεις
Архаїчний στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: απαρχαιωμένος, αρχαίος, αρχαϊκός, αρχαϊκή, αρχαϊκό, αρχαϊκά, αρχαϊκής