Безплідний στα ελληνικά
Μετάφραση: безплідний, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
άγονος, άκαρπος, στείρος, αποστειρωμένο, στείρο, στείρα, αποστειρωμένα
Μεταφράσεις
- безплотний στα ελληνικά - asomatous
- безпліддя στα ελληνικά - Υπογονιμότητα, στειρότητα, στειρότητας, υπογονιμότητας, Η υπογονιμότητα
- безплідність στα ελληνικά - στειρότητα, στειρότητας, της στειρότητας, στειρότητος, η στειρότητα
- безпомилковий στα ελληνικά - αλάθητος, αλάνθαστος, αλάνθαστο, ολοφάνερη, πρόδηλη, καταφανή
Τυχαίες λέξεις
Безплідний στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: άγονος, άκαρπος, στείρος, αποστειρωμένο, στείρο, στείρα, αποστειρωμένα
Μεταφράσεις: άγονος, άκαρπος, στείρος, αποστειρωμένο, στείρο, στείρα, αποστειρωμένα