Бра στα ελληνικά

Μετάφραση: бра, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αγκύλη, απλίκα, sconce, απλίκες, κηροστάτης τοίχου, οχύρωμα
Бра στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • боєприпаси στα ελληνικά - εξοπλισμός, πυρομαχικά, πυρομαχικών, των πυρομαχικών, τα πυρομαχικά, πολεμοφόδια
  • боєць στα ελληνικά - στρατιώτης, μαχητής, μαχητή, μαχητικό, μαχητικά, αγωνιστή
  • бравада στα ελληνικά - λεονταρισμοί, παλικαρισμός, νταηλίκι, Bravado, τα Bravado, παλικαριά, ψευτοπαλλικαριά
  • брак στα ελληνικά - έλλειψη, μειονέκτημα, αθετώ, σπανιότητα, ψεγάδι, αθέτηση, ατέλεια, ...
Τυχαίες λέξεις
Бра στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αγκύλη, απλίκα, sconce, απλίκες, κηροστάτης τοίχου, οχύρωμα