Αγκύλη στα ουκρανικά
Μετάφραση: αγκύλη, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
кронштейн, скобка, бра, дужка
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αγκύλη
αγκύλη poisson, αγκύλη word, αγκύλη στο word, αγκύλη henle, αγκύλη του henle, αγκύλη λεξικό γλώσσας ουκρανικά, αγκύλη στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- αγκιστρώνω στα ουκρανικά - гачок, крючок, гак, серп, вірний, правильний, вірна, ...
- αγκομαχώ στα ουκρανικά - задихатися, зітхати, камбали
- αγκώνας στα ουκρανικά - лікоть, патрубок, розштовхати, розштовхувати, лікті, ліктя
- αγνά στα ουκρανικά - пюре, чистий, чисте, чиста
Τυχαίες λέξεις
Αγκύλη στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: кронштейн, скобка, бра, дужка
Μεταφράσεις: кронштейн, скобка, бра, дужка