Бризнути στα ελληνικά
Μετάφραση: бризнути, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πιτσιλίζω, πιτσιλάω, πλατσουρίζω, βουτιά, splash, πιτσιλίσματος, παφλασμό, σταγονίδια
Μεταφράσεις
- бризкати στα ελληνικά - πασπάλισμα, πασπαλίζω, ραντίζω, βουτιά, splash, πιτσιλίσματος, παφλασμό, ...
- бризки στα ελληνικά - πιτσυλίζω, πιτσιλίσματα, splatter, σπλάτερ, πιτσιλίσματος
- брикатися στα ελληνικά - λάκτισμα, κλωτσιά, χαμένη ευκαιρία, χαμένη ευκαιρία για, χαμένη ευκαιρία για την
- брикет στα ελληνικά - κέικ, τούρτα, κέϊκ, πάστα, το κέικ
Τυχαίες λέξεις
Бризнути στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πιτσιλίζω, πιτσιλάω, πλατσουρίζω, βουτιά, splash, πιτσιλίσματος, παφλασμό, σταγονίδια
Μεταφράσεις: πιτσιλίζω, πιτσιλάω, πλατσουρίζω, βουτιά, splash, πιτσιλίσματος, παφλασμό, σταγονίδια