Бродячий στα ελληνικά
Μετάφραση: бродячий, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βαθμός, πλανόδιος, βαθμίδα, πλάνης, κατατάσσω, βαθμολογώ, αλήτης, περιπλανώμενος, περιπλανώμενο, περιπλανώμενο είδος, vagrant
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- бродяжити στα ελληνικά - πεζοπορώ, αύξηση, πεζοπορία, αύξηση των, χαράτσι
- бродяжництво στα ελληνικά - αλητεία, επαιτείας, επαιτεία, η αλητεία
- брокер στα ελληνικά - χρηματομεσίτης, χρηματιστής, μεσίτης, Broker, μεσίτη, χρηματιστή, χρηματιστές
- бронза στα ελληνικά - μπρούτζος, μπρούντζος, χάλκινο, χάλκινα, μπρούντζο, μπρούτζινο
Τυχαίες λέξεις
Бродячий στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βαθμός, πλανόδιος, βαθμίδα, πλάνης, κατατάσσω, βαθμολογώ, αλήτης, περιπλανώμενος, περιπλανώμενο, περιπλανώμενο είδος, vagrant
Μεταφράσεις: βαθμός, πλανόδιος, βαθμίδα, πλάνης, κατατάσσω, βαθμολογώ, αλήτης, περιπλανώμενος, περιπλανώμενο, περιπλανώμενο είδος, vagrant