Бюджетний στα ελληνικά
Μετάφραση: бюджетний, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
προϋπολογισμός, προϋπολογισμού, του προϋπολογισμού, δημοσιονομικές, δημοσιονομικής, δημοσιονομική
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- бювар στα ελληνικά - θρανίο, γραφείο, Επιφάνεια, εκδρομών, Επιφάνεια εργασίας, Desk
- бюджет στα ελληνικά - προϋπολογισμός, προϋπολογισμού, προϋπολογισμό, του προϋπολογισμού, τον προϋπολογισμό
- бюлетень στα ελληνικά - δελτίο, ενημερωτικό δελτίο, Δελτίου, Bulletin, ανακοινώσεων
- бюргер στα ελληνικά - δημότης, αστός, κάτοικο της πόλης
Τυχαίες λέξεις
Бюджетний στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: προϋπολογισμός, προϋπολογισμού, του προϋπολογισμού, δημοσιονομικές, δημοσιονομικής, δημοσιονομική
Μεταφράσεις: προϋπολογισμός, προϋπολογισμού, του προϋπολογισμού, δημοσιονομικές, δημοσιονομικής, δημοσιονομική