Бюрократ στα ελληνικά

Μετάφραση: бюрократ, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γραφειοκράτης, γραφειοκρατία, γραφειοκράτη, γραφειοκράτες, γραφειοκρατών
Бюрократ στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • бюргер στα ελληνικά - δημότης, αστός, κάτοικο της πόλης
  • бюро στα ελληνικά - γραφείο, υπηρεσία, πρακτορείο, θώκος, Office, γραφείου, γραφείων, ...
  • бюрократизм στα ελληνικά - γραφειοκρατία, γραφειοκρατίας, της γραφειοκρατίας, τη γραφειοκρατία, η γραφειοκρατία
  • бюрократичний στα ελληνικά - γραφειοκρατικός, γραφειοκρατική, γραφειοκρατικές, γραφειοκρατικό, γραφειοκρατικών
Τυχαίες λέξεις
Бюрократ στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γραφειοκράτης, γραφειοκρατία, γραφειοκράτη, γραφειοκράτες, γραφειοκρατών