Величатися στα ελληνικά

Μετάφραση: величатися, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γαρνίρισμα, πιέτα, velychatysya
Величатися στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • величавий στα ελληνικά - μεγαλοπρεπής, μεγαλειώδης, μεγάλο, Μεγάλου, grand
  • величатись στα ελληνικά - υποθέτω, velychatys
  • величезний στα ελληνικά - ανώμαλος, γίγαντας, μέγιστος, μεγάλος, δοχείο, τρομερός, κολοσσιαίος, ...
  • величина στα ελληνικά - εκτιμώ, αξία, τιμή, μέγεθος, μεγέθους, το μέγεθος, μέγεθος του, ...
Τυχαίες λέξεις
Величатися στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γαρνίρισμα, πιέτα, velychatysya