Видобуток στα ελληνικά
Μετάφραση: видобуток, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παραγωγή, τρόπαιο, λαγκάδα, κύπελλο, λαγκάδι, φαράγγι, ρεματιά, παραγωγής, την παραγωγή, της παραγωγής, η παραγωγή
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- видобування στα ελληνικά - φαράγγι, ρεματιά, λαγκάδι, παίρνω, λαγκάδα, κύπελλο, τρόπαιο, ...
- видобути στα ελληνικά - βγάζω, αποσπώ, επιφέρω, εκχύλισμα, εκχυλίσματος, απόσπασμα, αποσπάσματος, ...
- видовбувати στα ελληνικά - σκαρπέλο, τρυπώντας, γλύφανο, εκσκαφής, κοίλο κοπτικό εργαλείο
- видовження στα ελληνικά - επιμήκυνση, επιμήκυνσης, επιμηκύνσεως, την επιμήκυνση, η επιμήκυνση
Τυχαίες λέξεις
Видобуток στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παραγωγή, τρόπαιο, λαγκάδα, κύπελλο, λαγκάδι, φαράγγι, ρεματιά, παραγωγής, την παραγωγή, της παραγωγής, η παραγωγή
Μεταφράσεις: παραγωγή, τρόπαιο, λαγκάδα, κύπελλο, λαγκάδι, φαράγγι, ρεματιά, παραγωγής, την παραγωγή, της παραγωγής, η παραγωγή