Включаючи στα ελληνικά

Μετάφραση: включаючи, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συμπερίληψη, προσθήκη, συμπεριλαμβανομένου, Συνυπολογισμός, Συμπεριλαμβάνονται, Συμπεριλαμβανομένων, Περιλαμβάνονται
Включаючи στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • вкладку στα ελληνικά - θάμνος, καρτέλα, καρτέλας, γλωττίδα, την καρτέλα, tab
  • включати στα ελληνικά - περιλαμβάνουν, περιλαμβάνει, αποτελούνται, αποτελούνται από, να περιλαμβάνει
  • включення στα ελληνικά - κατανόηση, συμπερίληψη, ένταξη, ένταξης, ενσωμάτωση, καταχώριση
  • включити στα ελληνικά - περιλαμβάνουν, περιλαμβάνονται, περιλαμβάνει, να περιλαμβάνει, να περιλαμβάνουν
Τυχαίες λέξεις
Включаючи στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συμπερίληψη, προσθήκη, συμπεριλαμβανομένου, Συνυπολογισμός, Συμπεριλαμβάνονται, Συμπεριλαμβανομένων, Περιλαμβάνονται