Вощений στα ελληνικά

Μετάφραση: вощений, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τρόπος, κερωμένο, κερωμένη, waxed, κηρωμένο, κερωμένα
Вощений στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • вошивість στα ελληνικά - άθλιος, φθειρίαση, φθειρίασης, pediculosis, της φθειρίασης
  • воші στα ελληνικά - ψείρες, ψειρών, τις ψείρες, οι ψείρες, ψείρας
  • вощиться στα ελληνικά - voschytsya
  • воювати στα ελληνικά - μάχη, καταπολεμώ, αγώνας, είναι, να είναι, να, ήταν
Τυχαίες λέξεις
Вощений στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τρόπος, κερωμένο, κερωμένη, waxed, κηρωμένο, κερωμένα