Відкуповувати στα ελληνικά

Μετάφραση: відкуповувати, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φήμη, vidkupovuvaty
Відкуповувати στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • відкупати στα ελληνικά - φήμη, vidkupaty
  • відкупник στα ελληνικά - αγρότης, μισθωτής, μισθωτή, ενοικιαστής
  • відкупорити στα ελληνικά - vidkuporyty
  • відкушування στα ελληνικά - τσιμπολόγημα, ροκανίζω, ημιψηφιόλεξη, περιτρώγω, nibble, μισό byte
Τυχαίες λέξεις
Відкуповувати στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φήμη, vidkupovuvaty