Домашній στα ελληνικά

Μετάφραση: домашній, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σπίτι, κατοικίδιος, οικιακός, Αρχική σελίδα, το σπίτι, στο σπίτι, σπιτιού
Домашній στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • домагатись στα ελληνικά - ξύλο, εξόρυξη, εξαγωγή, εκχύλιση, την εξόρυξη, την εξαγωγή
  • домагатися στα ελληνικά - προμηθεύομαι, κατορθώνω, αποκτώ, ζήτηση, ζήτησης, της ζήτησης, τη ζήτηση, ...
  • доме στα ελληνικά - ίδρυση, σπίτι, σπιτιού, το σπίτι, κατοικία, οικία
  • домен στα ελληνικά - αρμοδιότητα, κτήση, κυριαρχία, περιοχή, τομέα, πεδίο, τομέας, ...
Τυχαίες λέξεις
Домашній στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σπίτι, κατοικίδιος, οικιακός, Αρχική σελίδα, το σπίτι, στο σπίτι, σπιτιού