Еміграційний στα ελληνικά
Μετάφραση: еміграційний, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μετανάστευση, αποδημία, emigratory
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- емігрант στα ελληνικά - απόδημος, μετανάστη, απόδημου, μετανάστης, αποδήμων
- емігрантка στα ελληνικά - μετανάστης, μεταναστών, των μεταναστών, μετανάστες, μετανάστη
- еміграція στα ελληνικά - μετανάστευση, αποδημία, μετανάστευσης, αποδημίας, η μετανάστευση
- емігрувати στα ελληνικά - αποικώ, αποδημώ, μεταναστεύσουν, μεταναστεύουν, μεταναστεύσει, μετανάστευση, μεταναστεύει
Τυχαίες λέξεις
Еміграційний στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μετανάστευση, αποδημία, emigratory
Μεταφράσεις: μετανάστευση, αποδημία, emigratory