Забезпечування στα ελληνικά
Μετάφραση: забезпечування, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αρμοδιότητα, επαρχία, εξασφαλίζοντας, διασφαλίζοντας, διασφάλιση, την εξασφάλιση, εξασφάλιση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- забезпечення στα ελληνικά - σπρώχνω, αρμοδιότητα, συμπαράσταση, προσωρινός, επαρχία, λογισμικό, λογισμικού, ...
- забезпечити στα ελληνικά - βεβαιώνομαι, εξασφαλίζω, παρέχουν, παρέχει, να παρέχουν, παράσχει, παροχή
- забивати στα ελληνικά - νύχι, στραγγαλίζω, φλομώνω, πρόκα, καρφί, σφαγή, σφαγής, ...
- забинтувати στα ελληνικά - επίδεσμος, τυλίξτε, τυλίξετε, τυλίγετε, τυλίξει, τυλίγουμε
Τυχαίες λέξεις
Забезпечування στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αρμοδιότητα, επαρχία, εξασφαλίζοντας, διασφαλίζοντας, διασφάλιση, την εξασφάλιση, εξασφάλιση
Μεταφράσεις: αρμοδιότητα, επαρχία, εξασφαλίζοντας, διασφαλίζοντας, διασφάλιση, την εξασφάλιση, εξασφάλιση