Залицятися στα ελληνικά
Μετάφραση: залицятися, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μεταχειρίζομαι, μαλλί, χερούλι, χειρίζομαι, επιδιώκω, κορτάρω, ψευδοϊατρική, επιζητήστε, Woo
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- залицяння στα ελληνικά - μαλλί, ερωτοτροπία, φλερτ, ερωτοτροπίας, της ερωτοτροπίας, η ερωτοτροπία
- залицятись στα ελληνικά - επιδιώκω, κορτάρω, ψευδοϊατρική, επιζητήστε, Woo
- залицяється στα ελληνικά - zalytsyayetsya
- залишати στα ελληνικά - άδεια, φύγω, αφήσει, αφήνουν, αφήσετε
Τυχαίες λέξεις
Залицятися στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μεταχειρίζομαι, μαλλί, χερούλι, χειρίζομαι, επιδιώκω, κορτάρω, ψευδοϊατρική, επιζητήστε, Woo
Μεταφράσεις: μεταχειρίζομαι, μαλλί, χερούλι, χειρίζομαι, επιδιώκω, κορτάρω, ψευδοϊατρική, επιζητήστε, Woo