Замерзати στα ελληνικά
Μετάφραση: замерзати, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παγώνω, κρουσταλλιάζω, καταψύχω, πάγωμα, παγώσει, καταψύχετε, να παγώσει, παγώσουν
Μεταφράσεις
- замащувати στα ελληνικά - καλαφατίζω, επιχρίω, πασαλείφω, πασαλείβω, ανεπίχριστοι, daub
- замерзання στα ελληνικά - ψύξη, παγερός, πάγωμα, δέσμευση, κατάψυξη, κατάψυξης, ψύξης
- замерзніть στα ελληνικά - πάγωμα, παγώσει, καταψύχετε, να παγώσει, παγώσουν
- заметіль στα ελληνικά - χιονοθύελλα, θύελλα, Blizzard, της Blizzard, χιονοθύελλας, την Blizzard
Τυχαίες λέξεις
Замерзати στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παγώνω, κρουσταλλιάζω, καταψύχω, πάγωμα, παγώσει, καταψύχετε, να παγώσει, παγώσουν
Μεταφράσεις: παγώνω, κρουσταλλιάζω, καταψύχω, πάγωμα, παγώσει, καταψύχετε, να παγώσει, παγώσουν