Зацементувати στα ελληνικά
Μετάφραση: зацементувати, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μπετό, τσιμέντο, λάσπη, zatsementuvaty
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- захід στα ελληνικά - δυτικός, μέτρο, τη μέτρηση, μέτρηση της, μετρήσει, μετρούν
- західний στα ελληνικά - υγρός, βρεγμένος, δυτικός, περιχύω, δυτική, Western, δυτικό, ...
- зацікавлений στα ελληνικά - περίεργος, ενδιαφερόμενος, ενδιαφερόμενα, ενδιαφέρει, ενδιαφέρονται, τα ενδιαφερόμενα
- зацікавлено στα ελληνικά - ενδιαφέρων, τόκος, ενδιαφέρον, ενδιαφέροντος, συμφέρον, συμφέροντος
Τυχαίες λέξεις
Зацементувати στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μπετό, τσιμέντο, λάσπη, zatsementuvaty
Μεταφράσεις: μπετό, τσιμέντο, λάσπη, zatsementuvaty