Земля στα ελληνικά
Μετάφραση: земля, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αρωγή, ανακούφιση, ανάγλυφος, γη, αθωότητα, εκτόνωση, έδαφος, χώμα, εισχωρώ, γης, γαιών, γαίας, τη γη
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- землечерпалка στα ελληνικά - δίκτιο, βορβοροφάγος, εκβαθύνω, dredge, εκσκαφέων
- землистий στα ελληνικά - γήινος, γήινα, γήινους, γήινες, γήινη
- земляк στα ελληνικά - αδελφός, αδερφός, συμπατριώτης, Countryman, συμπατριώτη, τον συμπατριώτη, συμπατριώτη του
- земляної στα ελληνικά - πήλινος, πήλινα, χωμάτινο, πήλινο, πήλινων
Τυχαίες λέξεις
Земля στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αρωγή, ανακούφιση, ανάγλυφος, γη, αθωότητα, εκτόνωση, έδαφος, χώμα, εισχωρώ, γης, γαιών, γαίας, τη γη
Μεταφράσεις: αρωγή, ανακούφιση, ανάγλυφος, γη, αθωότητα, εκτόνωση, έδαφος, χώμα, εισχωρώ, γης, γαιών, γαίας, τη γη