Ανάγλυφος στα ουκρανικά
Μετάφραση: ανάγλυφος, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
земля, штампований
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ανάγλυφος
ανάγλυφος χάρτης ελλάδος, ανάγλυφοσ συνώνυμα, ανάγλυφος χάρτης, ανάγλυφοσ τοίχοσ, ανάγλυφος λεξικό γλώσσας ουκρανικά, ανάγλυφος στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- ανάβω στα ουκρανικά - дитино, дитина, вихователь, зв'язок, розпалити, запалити
- ανάγκη στα ουκρανικά - потребувати, потреба, вимагати, необхідність, необхідності, на необхідності
- ανάδειξη στα ουκρανικά - пагорок, успіх, облагороджування, просунення, підвищення, розповсюдження, величчя, ...
- ανάθεμα στα ουκρανικά - клятьба, прокляття, проклін, клятьбу, анафема, анатема, проклятий, ...
Τυχαίες λέξεις
Ανάγλυφος στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: земля, штампований
Μεταφράσεις: земля, штампований