Красування στα ελληνικά
Μετάφραση: красування, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ανθίζω, άνθισμα, άνθος, krasuvannya
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- красти στα ελληνικά - λάχανο, απάγω, κλέβω, βουτώ, απαγωγέας, κλοπή, κλέψει, ...
- крастися στα ελληνικά - λάχανο, λουφάζω, σπιούνος, Sneak, έρπω, στην κρυφοκοιτάζει, πηγαίνω υπουλώς
- красуватись στα ελληνικά - επίδειξη, επιδεικνύω, αναδείξουν, να αναδείξουν, επιδείξουν
- красуня στα ελληνικά - ομορφιά, καλλονή, ομορφιάς, την ομορφιά, Beauty, ομορφιές
Τυχαίες λέξεις
Красування στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ανθίζω, άνθισμα, άνθος, krasuvannya
Μεταφράσεις: ανθίζω, άνθισμα, άνθος, krasuvannya