Крякати στα ελληνικά

Μετάφραση: крякати, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κουρούνα, κομπογιαννίτης, quack, ψέυτικος, κουακ, κομπογιαννίτικη
Крякати στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • крючок στα ελληνικά - άγκιστρο, αγκιστρώνω, γόμφος, γάντζος, γάντζο, αγκίστρου, γάντζου
  • крякання στα ελληνικά - κομπογιαννίτης, quack, ψέυτικος, κουακ, κομπογιαννίτικη
  • крім στα ελληνικά - εκτός, όμως, χωριστά, αποκλειστικός, διασώζω, αποκρούω, αλλά, ...
  • кріпак στα ελληνικά - δουλοπάροικος, δουλοπάροικο, δουλοπάροικων, δουλοπάροικους, δουλοπάροικου
Τυχαίες λέξεις
Крякати στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κουρούνα, κομπογιαννίτης, quack, ψέυτικος, κουακ, κομπογιαννίτικη