Кількість στα ελληνικά
Μετάφραση: кількість, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ποσοστό, άπειρο, αριθμός, ποσόν, ποσό, ανέρχομαι, αριθμό, αριθμού, τον αριθμό, σειρά
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- кіль στα ελληνικά - πτερύγιο, καρίνα, καρίνας, τρόπιδας, τρόπιδα, τρόπιδος
- кількості στα ελληνικά - ποσότητα, αριθμός, αριθμό, αριθμού, τον αριθμό, σειρά
- кільце στα ελληνικά - κουλούρα, πηνίο, δαχτυλίδι, δακτύλιος, δακτυλίου, δακτύλιο, του δακτυλίου
- кільцевий στα ελληνικά - εγκύκλιος, κυκλικός, κυκλική, κυκλικό, κυκλικής
Τυχαίες λέξεις
Кількість στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ποσοστό, άπειρο, αριθμός, ποσόν, ποσό, ανέρχομαι, αριθμό, αριθμού, τον αριθμό, σειρά
Μεταφράσεις: ποσοστό, άπειρο, αριθμός, ποσόν, ποσό, ανέρχομαι, αριθμό, αριθμού, τον αριθμό, σειρά