Лава στα ελληνικά
Μετάφραση: лава, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
έδρα, νιφάδα, αλληλουχία, παγκάκι, διαδοχή, έδρανο, πάγκος, διάταξη, λάβα, λάβας, της λάβας, από λάβα, τη λάβα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- лабіринт στα ελληνικά - περίπλοκος, λαβύρινθος, λαβύρινθο, λαβυρίνθου, λαβύρινθου, το λαβύρινθο
- лабіринти στα ελληνικά - λαβύρινθοι, λαβυρίνθους, λαβύρινθους, λαβυρίνθων, τους λαβυρίνθους
- лавина στα ελληνικά - χιονοστιβάδα, πλημμύρα, χιονοστιβάδας, χιονοστιβάδων, χιονοστιβάδες, καταιγισμό
- лавка στα ελληνικά - ανάχωμα, έδρα, πάγκος, έδρανο, όχθη, παγκάκι, τράπεζα, ...
Τυχαίες λέξεις
Лава στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: έδρα, νιφάδα, αλληλουχία, παγκάκι, διαδοχή, έδρανο, πάγκος, διάταξη, λάβα, λάβας, της λάβας, από λάβα, τη λάβα
Μεταφράσεις: έδρα, νιφάδα, αλληλουχία, παγκάκι, διαδοχή, έδρανο, πάγκος, διάταξη, λάβα, λάβας, της λάβας, από λάβα, τη λάβα