Легеневий στα ελληνικά
Μετάφραση: легеневий, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πολτός, πνευμονικός, πνευμονική, πνευμονικής, πνευμονικό, πνευμονικών
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- легендарний στα ελληνικά - υπέροχος, απίθανος, μυθικός, θρυλικό, θρυλική, θρυλικού, θρυλικός
- легендарно στα ελληνικά - θρυλικός, μυθικός, θρυλικό, θρυλική, θρυλικού
- легка στα ελληνικά - άνετος, εύκολος, φως, φωτός, πρίσμα, το φως, βάση
- легкий στα ελληνικά - προσβάλλω, εύκολος, θίγω, ευχερής, άνετος, ελαφρύς, θύλακας, ...
Τυχαίες λέξεις
Легеневий στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πολτός, πνευμονικός, πνευμονική, πνευμονικής, πνευμονικό, πνευμονικών
Μεταφράσεις: πολτός, πνευμονικός, πνευμονική, πνευμονικής, πνευμονικό, πνευμονικών