Легкодухість στα ελληνικά

Μετάφραση: легкодухість, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μικρόψυχος, δειλία, δειλίας, τη δειλία, ανανδρία, cowardice
Легкодухість στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • легкодухий στα ελληνικά - αναδημιουργώ, αναπαριστώ, αποδυναμώνομαι, αποδυναμώνω, δειλός, Craven, άνανδρη, ...
  • легкодухо στα ελληνικά - άνανδρος, δειλή, άνανδρες, άνανδρη, δειλός
  • легкотравний στα ελληνικά - ευκολοχώνευτος, εύπεπτο, εύπεπτη, εύπεπτα, εύπεπτες
  • легкі στα ελληνικά - φως, φωτός, πρίσμα, το φως, βάση
Τυχαίες λέξεις
Легкодухість στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μικρόψυχος, δειλία, δειλίας, τη δειλία, ανανδρία, cowardice