М'ясник στα ελληνικά
Μετάφραση: м'ясник, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σφάζω, χασάπης, κρεοπώλης, κρεοπωλείο, χασάπη, κρεοπωλεία
Μεταφράσεις
- м'якість στα ελληνικά - ανηλεής, φακός, επιείκεια, απαλότητα, απαλότητας, μαλακότητα, μαλακότητας, ...
- м'ясистий στα ελληνικά - σαρκώδης, σαρκώδη, σαρκώδες, σαρκώδεις, σαρκωδών
- м'ясо στα ελληνικά - σάρκα, κρέας, κρέατος, κρεάτων, το κρέας, κρέατα
- м'яти στα ελληνικά - συντριβή, φλερτ, σύνθλιψη, σύνθλιψης, συνθλίβετε
Τυχαίες λέξεις
М'ясник στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σφάζω, χασάπης, κρεοπώλης, κρεοπωλείο, χασάπη, κρεοπωλεία
Μεταφράσεις: σφάζω, χασάπης, κρεοπώλης, κρεοπωλείο, χασάπη, κρεοπωλεία