Метушня στα ελληνικά

Μετάφραση: метушня, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φασαρία, ματαιοδοξία, παραζάλη, ταραχή, αναστάτωση, κενοδοξία, φιλαυτία, ματαιότητα, ντόρος, κόπο, θόρυβο, θόρυβος
Метушня στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • метушитися στα ελληνικά - αναστάτωση, φασαρία, ταραχή, κόπο, θόρυβο, θόρυβος
  • метушливий στα ελληνικά - μικροπρεπής, γκρινιάρης, ιδιότροπο, ιδιότροπος, ιδιότροποι, ιδιότροπα
  • механообробна στα ελληνικά - μηχανουργός, μηχανική κατεργασία, μεταλλοτεχνίας, μηχανουργική, μηχανικής κατεργασίας, μηχανουργική κατεργασία
  • механізації στα ελληνικά - μηχανοποίηση, εκμηχάνιση, μηχανοποίησης, εκμηχάνισης, την εκμηχάνιση
Τυχαίες λέξεις
Метушня στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φασαρία, ματαιοδοξία, παραζάλη, ταραχή, αναστάτωση, κενοδοξία, φιλαυτία, ματαιότητα, ντόρος, κόπο, θόρυβο, θόρυβος