Наділ στα ελληνικά
Μετάφραση: наділ, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χάρισμα, κλήρος, προικοδότηση, κατανομή, κατανομής, της κατανομής, παραχώρηση, ποσό που κατανέμεται
Μεταφράσεις
- активність στα ελληνικά - δραστηριότητα, δραστηριότητας, δραστικότητα, δράση, δραστηριοτήτων
- витяг στα ελληνικά - εξορκίζω, εξαγωγή, επιτομή, αποσπώ, θερμοπαρακαλώ, εκλιπαρώ, θεωρητικός, ...
- кратер στα ελληνικά - κρατήρας, καμινάδα, κρατήρα, του κρατήρα, κρατήρων, ηφαίστειο
- ляскіт στα ελληνικά - χαϊδεύω, ρωγμή, ρωγμής, κρακ, ρωγμών, crack
Τυχαίες λέξεις
Наділ στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χάρισμα, κλήρος, προικοδότηση, κατανομή, κατανομής, της κατανομής, παραχώρηση, ποσό που κατανέμεται
Μεταφράσεις: χάρισμα, κλήρος, προικοδότηση, κατανομή, κατανομής, της κατανομής, παραχώρηση, ποσό που κατανέμεται