Наліт στα ελληνικά
Μετάφραση: наліт, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καθυστέρηση, κασίδα, εφορμώ, εισβολέας, οσμή, επιδρομή, RAID, επιδρομής, έφοδο, έφοδος
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- акторський στα ελληνικά - δραματικός, δραματική, δραματικές, δραματικό, δραματικά
- вершковий στα ελληνικά - κρεμώδη, κρεμώδες, κρεμώδης, κρεμ, κρεμώδους
- макулатура στα ελληνικά - σκουπίδια, παλιόχαρτα, αχρήστων, άχρηστο χαρτί, άχρηστου χαρτιού, χρησιμοποιημένου χαρτιού
- мереживниця στα ελληνικά - δαντέλα, δαντέλες, δαντέλας, κορδόνι, lace
Τυχαίες λέξεις
Наліт στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καθυστέρηση, κασίδα, εφορμώ, εισβολέας, οσμή, επιδρομή, RAID, επιδρομής, έφοδο, έφοδος
Μεταφράσεις: καθυστέρηση, κασίδα, εφορμώ, εισβολέας, οσμή, επιδρομή, RAID, επιδρομής, έφοδο, έφοδος