Намагнічування στα ελληνικά
Μετάφραση: намагнічування, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πινελιά, αγγίζω, μαγνήτιση, μαγνήτισης, μαγνητισμού, μαγνητισμό, μαγνητισμός
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- бібліофільство στα ελληνικά - bibliofilstvo
- відстій στα ελληνικά - κατακάθι, βόρβορος, ίζημα, κρέμα, ιλύς, λάσπη, ιλύος, ...
- запитаний στα ελληνικά - υποβολέας, ζητούνται, ζητείται, ζητηθεί, ζήτησε, ζήτησε από
- медино στα ελληνικά - Μεδίνα, Medina, μεντίνα, Medina του, μεδίνας
Τυχαίες λέξεις
Намагнічування στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πινελιά, αγγίζω, μαγνήτιση, μαγνήτισης, μαγνητισμού, μαγνητισμό, μαγνητισμός
Μεταφράσεις: πινελιά, αγγίζω, μαγνήτιση, μαγνήτισης, μαγνητισμού, μαγνητισμό, μαγνητισμός