Незадоволеність στα ελληνικά
Μετάφραση: незадоволеність, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δυσαρέσκεια, αντιπάθεια, δυσαρέσκειά, δυσαρέσκειας, τη δυσαρέσκειά, η δυσαρέσκεια
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- апарат στα ελληνικά - τέχνασμα, συσκευή, μηχάνημα, συσκευής, συσκευές, συσκευών, διάταξη
- блукач στα ελληνικά - πλάνης, πλανόδιος, περιπλανώμενος, wanderer, οδοιπόρο, περιηγητής
- духмяний στα ελληνικά - άφθονος, γλυκός, ευώδης, μεθύστακας, ευωδιαστός, αρωματικά, αρωματική, ...
- зав'язати στα ελληνικά - γραβάτα, δένω, ισοπαλία, ισοπαλίας, δεσμό, δεσμός
Τυχαίες λέξεις
Незадоволеність στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δυσαρέσκεια, αντιπάθεια, δυσαρέσκειά, δυσαρέσκειας, τη δυσαρέσκειά, η δυσαρέσκεια
Μεταφράσεις: δυσαρέσκεια, αντιπάθεια, δυσαρέσκειά, δυσαρέσκειας, τη δυσαρέσκειά, η δυσαρέσκεια