Неповноцінний στα ελληνικά
Μετάφραση: неповноцінний, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κατωτερότητα, ανεπαρκής, ανεπαρκή, ανεπαρκείς, ανεπαρκούς, ανεπαρκές
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- видужуючий στα ελληνικά - ανάκτηση, την ανάκτηση, ανάκτησης, ανάκτηση των, ανακτήσεως
- внутрішньодержавний στα ελληνικά - κατοικίδιος, οικιακός, εσωτερικός, εσωτερική, εσωτερικής, εσωτερικών, εσωτερικές
- вітати στα ελληνικά - επιδοκιμάζω, συγχαίρω, επικροτώ, επευφημώ, καλωσόρισμα, ευπρόσδεκτος, ευπρόσδεκτη, ...
- гидота στα ελληνικά - αποστροφή, βδέλυγμα, βδελυγμα, το βδέλυγμα, βδελυγμία
Τυχαίες λέξεις
Неповноцінний στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κατωτερότητα, ανεπαρκής, ανεπαρκή, ανεπαρκείς, ανεπαρκούς, ανεπαρκές
Μεταφράσεις: κατωτερότητα, ανεπαρκής, ανεπαρκή, ανεπαρκείς, ανεπαρκούς, ανεπαρκές