Нетривкість στα ελληνικά
Μετάφραση: нетривкість, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αδυναμία, εύθραυστο, αστάθειας, ευθραυστότητα, ευπάθεια, ευαίσθητες καταστάσεις
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- бог στα ελληνικά - πρόσκληση, δημιουργός, θεός, θεό, θεού, ο Θεός, του Θεού
- зворушити στα ελληνικά - κίνηση, μετακίνηση, μετάβαση, κινήσει, κινούνται
- кастрований στα ελληνικά - ουδέτερος, ουδέτερο, το ουδέτερο, στείρωσης, επιτέλους στειρώστε
- лата στα ελληνικά - μπάλωμα, δοκός στέγης
Τυχαίες λέξεις
Нетривкість στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αδυναμία, εύθραυστο, αστάθειας, ευθραυστότητα, ευπάθεια, ευαίσθητες καταστάσεις
Μεταφράσεις: αδυναμία, εύθραυστο, αστάθειας, ευθραυστότητα, ευπάθεια, ευαίσθητες καταστάσεις