Нюхання στα ελληνικά
Μετάφραση: нюхання, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ρουθούνισμα, οσφραντικός, μυρίζοντας, μυρωδιά, μυρίζει, οσμή
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- вмирущі στα ελληνικά - βαφή, πεθαίνουν, πεθαίνει, που πεθαίνουν, πεθάνει
- душ στα ελληνικά - ντους, επιδαψιλεύω, ντουζιέρα, μπανιέρα, ντουζ, ντουζιέρας
- збуджено στα ελληνικά - αναστατωμένα, ενθουσιασμό, με ενθουσιασμό, πάθος, ενθουσιασμένη
- крутитися στα ελληνικά - καμπή, στριφογυρίζω, γνέθω, στροφή, στραμπουλίζω, περιστρέφομαι, βίδα, ...
Τυχαίες λέξεις
Нюхання στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ρουθούνισμα, οσφραντικός, μυρίζοντας, μυρωδιά, μυρίζει, οσμή
Μεταφράσεις: ρουθούνισμα, οσφραντικός, μυρίζοντας, μυρωδιά, μυρίζει, οσμή