Об'єкт στα ελληνικά
Μετάφραση: об'єкт, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αντικείμενο, αντιτείνω, αντικειμένου, σκοπός, στόχος, αντικείμενο της
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- альвеолярне στα ελληνικά - κυψελιδικός, φατνιακό, κυψελιδικά, κυψελιδικού, φατνιακή, κυψελιδικό
- відбірний στα ελληνικά - επιλεκτικός, κατατακτήριες, που πληροί τις προϋποθέσεις, που πληρούν τις προϋποθέσεις, πληροί τις προϋποθέσεις, ειδική
- збруя στα ελληνικά - ιπποσκευή, καλωδίωση, λουρί, καλωδίωσης, πλεξούδα, πλεξούδας
- кишіти στα ελληνικά - σμάρι, σμήνος, βρίθω, αφθονώ, βρίθουν, σφύζουν, να βρίθουν
Τυχαίες λέξεις
Об'єкт στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αντικείμενο, αντιτείνω, αντικειμένου, σκοπός, στόχος, αντικείμενο της
Μεταφράσεις: αντικείμενο, αντιτείνω, αντικειμένου, σκοπός, στόχος, αντικείμενο της