Αντικείμενο στα ουκρανικά
Μετάφραση: αντικείμενο, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
річ, підлеглий, піддавати, ціль, підвладний, протестувати, тема, мету, об'єкт, предмет
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αντικείμενο
αντικείμενο συνώνυμα, αντικείμενο ρήματος, αντικείμενο αρχαία ελληνικά, αντικείμενο αγγλικά, αντικείμενο στα νέα ελληνικά, αντικείμενο λεξικό γλώσσας ουκρανικά, αντικείμενο στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- αντικαταστάτης στα ουκρανικά - намісництво, знімний, заміна, заміна Заміна, заміну
- αντικατοπτρίζω στα ουκρανικά - переобладнати, переобладнувати, переобладнання, відбитий, відбите, відображений, відображене, ...
- αντικειμενικός στα ουκρανικά - об'єктивний, мета, ціль, мету, меті, на меті
- αντικρίζω στα ουκρανικά - ширина, обличчя, пика, лице, циферблат, звіряти, морда, ...
Τυχαίες λέξεις
Αντικείμενο στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: річ, підлеглий, піддавати, ціль, підвладний, протестувати, тема, мету, об'єкт, предмет
Μεταφράσεις: річ, підлеглий, піддавати, ціль, підвладний, протестувати, тема, мету, об'єкт, предмет