Обов'язково στα ελληνικά
Μετάφραση: обов'язково, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
απαραίτητα, επιτακτικός, σίγουρα, κατ 'ανάγκη, αναγκαστικά, απαραιτήτως
Μεταφράσεις
- афера στα ελληνικά - απάτη, δόλος, affaire
- гурт στα ελληνικά - σύμπλεγμα, όμιλος, ομάδα, συγκρότημα, ομάδας, ομίλου, ομάδα που, ...
- зношувати στα ελληνικά - συμπλοκή, ξεφτίζω, φθορά, φορούν, φοράτε, φορέσει, να φορούν
- качан στα ελληνικά - πυρήνας, λάχανο, λάχανου, το λάχανο, λάχανα, λάχανων
Τυχαίες λέξεις
Обов'язково στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: απαραίτητα, επιτακτικός, σίγουρα, κατ 'ανάγκη, αναγκαστικά, απαραιτήτως
Μεταφράσεις: απαραίτητα, επιτακτικός, σίγουρα, κατ 'ανάγκη, αναγκαστικά, απαραιτήτως