Отже στα ελληνικά

Μετάφραση: отже, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επομένως, τόσο, άραγε, έτσι, συνεπώς, ως εκ τούτου
Отже στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • бронзується στα ελληνικά - bronzuyetsya
  • вдови στα ελληνικά - φάρδος, χήρα, Widow, χήρας, η χήρα, χήρα του
  • вичісування στα ελληνικά - χτένα, χτένας, κηρήθρας, χτένι, κτένας
  • відповідність στα ελληνικά - αλληλογραφία, αλήθεια, σκοπιμότητα, συμμόρφωση, επάρκεια, συμμόρφωσης, σύμφωνα, ...
Τυχαίες λέξεις
Отже στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επομένως, τόσο, άραγε, έτσι, συνεπώς, ως εκ τούτου