Парость στα ελληνικά

Μετάφραση: парость, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γόνος, μπόλι, υποκατάστημα, υποκαταστήματος, κλάδο, κλάδου, κλάδος
Парость στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • викинута στα ελληνικά - κυκλοφορήσει, κυκλοφόρησε, απελευθερώνεται, απελευθερώνονται, απελευθερώθηκε
  • випалювати στα ελληνικά - έγκαυμα, κάψει, κάψετε, καίνε, καίγονται
  • внаслідок στα ελληνικά - γιατί, διότι, εξαιτίας, λόγω της, λόγω των, λόγω του, εξαιτίας της
  • заздріть στα ελληνικά - φθονώ, ζηλιάρης, ζηλότυπος, ζηλεύει, ζηλέψει, ζηλεύουν
Τυχαίες λέξεις
Парость στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γόνος, μπόλι, υποκατάστημα, υποκαταστήματος, κλάδο, κλάδου, κλάδος