Пасивно στα ελληνικά

Μετάφραση: пасивно, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παθητικά, παθητικός, παθητική, παθητικής, παθητικό
Пасивно στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • ат στα ελληνικά - μπαρ, ATM, ΑΤΜ, ατμόσφαιρα, ατμόσφαιρες, Μηχάνημα αυτόματης ανάληψης
  • безземельний στα ελληνικά - ακτήμονας, ακτήμων, ακτήμονες, ακτημόνων, χωρίς γη
  • ель στα ελληνικά - μπύρα, ale, ΕΕΣ, αγγλική μπύρα, ζύθος
  • згоджуватись στα ελληνικά - αποδέχομαι, συμφωνώ, συμφωνούν, συμφωνήσουν, συμφωνήσει, συμφωνείτε
Τυχαίες λέξεις
Пасивно στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παθητικά, παθητικός, παθητική, παθητικής, παθητικό