Παθητικά στα ουκρανικά
Μετάφραση: παθητικά, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
пасивно, пасивний
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: παθητικά
παθητικά σπίτια, παθητικά ρήματα, παθητικά φίλτρα, παθητικά επιθετική συμπεριφορά, παθητικά κτίρια, παθητικά λεξικό γλώσσας ουκρανικά, παθητικά στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- παζαρεύω στα ουκρανικά - угода, батувати, рубати, торгуватися, торгуватись, Dicker
- παθαίνω στα ουκρανικά - дозволяти, постраждати, випробувати, терпіти, Я
- παθητικό στα ουκρανικά - пасиви, обов'язки, зобов'язання, борги, зобов'язань, зобов`язання
- παθητικός στα ουκρανικά - пасивний, безчинний, бездіяльний
Τυχαίες λέξεις
Παθητικά στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: пасивно, пасивний
Μεταφράσεις: пасивно, пасивний