Перекричати στα ελληνικά

Μετάφραση: перекричати, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κατακραυγή, αγανάκτηση, γιουχαΐζω
Перекричати στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • знеславте στα ελληνικά - zneslavte
  • контрасигнація στα ελληνικά - προσυπογράφω, παρασύνθημα, προσυπογράψει, να προσυπογράψει, προσυπογράψει την, να προσυπογράψει την
  • лояльність στα ελληνικά - υπακοή, πιστότητα, πίστη, αφοσίωση, πίστης, την πίστη, πίστεως
  • лінчує στα ελληνικά - λυντσάρω, Lynch, λυντσάρει, λιντσαρίσματος, λυντσάρουν
Τυχαίες λέξεις
Перекричати στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κατακραυγή, αγανάκτηση, γιουχαΐζω